το-αμαρτωλό-παρελθόν-ενός-ταμείου-406494

Το «αμαρτωλό» παρελθόν ενός Ταμείου

Πριν από λίγες ημέρες το ΥΠΠΟ με ανακοίνωση του ενημέρωσε ότι ολοκληρώθηκε ο διαχειριστικός έλεγχος για τα έτη 2005-2016 από το ΓΛΚ στο Ταμείο Αλληλοβοήθειας Υπαλλήλων Υπουργείου Πολιτισμού (ΤΑΥΠΥΠΠΟ), με αρκετά ερωτηματικά ως προς την χρηστή οικονομική του διαχείριση.

Η κατασπατάληση δημόσιου χρήματος μέσω ειδικών λογαριασμών, για την εξυπηρέτηση κομματικών σκοπιμοτήτων και πελατειακών σχέσεων, χαρακτηρίζει τη λειτουργία του ΥΠΠΟ ήδη από την δεκαετία του 1990. Οι ειδικοί λογαριασμοί επιτρέπουν στον εκάστοτε Υπουργό Πολιτισμού να πραγματοποιεί δαπάνες χωρίς την δυνατότητα ελέγχου από τους ελεγκτικούς μηχανισμούς του Δημοσίου. Είναι χαρακτηριστική η δήλωση του Θ. Πάγκαλου ως Υπουργού Πολιτισμού τον Απρίλιο του 2000  ότι «βρήκε τρύπα τριών δισεκατομμυρίων δρχ. [8,8 εκατ. ευρώ] στο Υπουργείο», την οποία απέδιδε σε επιχορηγήσεις συλλόγων. Προφανώς σε αυτή τη δήλωση δεν δόθηκε καμία συνέχεια.

Η κυβέρνηση του ΠΑΣΟΚ ενώ το 1999 κατάργησε τη δυνατότητα πληρωμής δαπανών ομοειδών με τις δαπάνες του κρατικού προϋπολογισμού μέσω ειδικών λογαριασμών, το 2001 επί Υπουργίας Ε. Βενιζέλου ανοίγει και πάλι την κερκόπορτα, με ρύθμιση η οποία επιτρέπει να επιχορηγούνται, κατ’ εξαίρεση από τις κείμενες διατάξεις, υπηρεσίες ή οργανισμοί ή έργα που συμβάλλουν στην πολιτιστική ανάπτυξη της χώρας. Παράλληλα, δημιουργείται στο ΥΠΠΟ ο ειδικός λογαριασμός 234372/2001 ο οποίος τροφοδοτείται με χρήματα από τα κέρδη του ΟΠΑΠ.

Τον Φεβρουάριο του 2004 οι βουλευτές της Ν.Δ.  Κ. Καρράς και Μ. Βαρβιτσιώτης κατέθεσαν ερώτηση προς τον υπουργό Πολιτισμού Ε. Βενιζέλο στην οποία σημείωναν ότι με τη χρησιμοποίηση του ειδικού λογαριασμού 234372/2001 η πολιτεία και τα ελεγκτικά όργανα του Δημοσίου στερούνται τη δυνατότητα ελέγχου ενός πακτωλού χρημάτων. Κατά την γνώμη των βουλευτών «σχεδόν το 50% του συνόλου των δαπανών του ειδικού λογαριασμού κατευθύνεται για την κάλυψη παγίων αναγκών του ΥΠΠΟ και θα έπρεπε να εγγράφονται στον προϋπολογισμό του».

Ως χαρακτηριστικά παραδείγματα ανέφεραν «την επιχορήγηση κατά τα έτη 2001-2003 των σωματείων εργαζομένων στο ΥΠΠΟ και την ΠΟΣΥΠΠΟ με το συνολικό ποσό των 23.637.961€ για την πληρωμή μεταξύ άλλων υπερωριών, αργιών, επιδομάτων κλπ, ποσά που όφειλαν να καταγράφονται στον προϋπολογισμό». Ανέφεραν ακόμη ότι «αντί να κάνει το υπουργείο διαγωνισμό με δημοσίευση στον Τύπο με προδιαγραφές ποιότητας, σύμφωνα με τον νόμο περί προμηθειών του Δημοσίου, έτσι  ώστε να ελεγχθεί από το δημόσιο λογιστικό» προτίμησε την επιχορήγηση 1.200 περίπου εργατοτεχνιτών του ΥΠΠΟ για την αγορά ενδυμάτων εργασίας.

Τον Μάρτιο του 2008 οι βουλευτές του ΛΑ.Ο.Σ. Μ. Βορίδης, Β. Αποστολάτος και Α. Γεωργιάδης ζητούν με ερώτηση προς τον Υπουργό Πολιτισμού Μ. Λιάπη να διευκρινίσει σε ποιους λογαριασμούς νομικών ή φυσικών προσώπων κατατέθηκαν χρήματα από τον ειδικό λογαριασμό 234372/2001 και αν υπήρξε έλεγχος ότι  τα χρήματα χρησιμοποιήθηκαν για τον σκοπό για τον οποίο χορηγήθηκαν. Η απάντηση του Υπουργού ήταν ότι το Υπουργείο δεν είναι αρμόδιο να ελέγξει τον τρόπο χρησιμοποίησης των χορηγιών και με τον τρόπο αυτό αρνήθηκε να δώσει στοιχεία σχετικά με την τύχη 140.000.000 € που δόθηκαν από το 2003 έως το 2007.

Μετά το θόρυβο που προκάλεσε το σκάνδαλο της υπόθεσης Ζαχόπουλου, ακολούθησε πλήθος από απόπειρες ελέγχου των πράξεων του ΥΠΠΟ, χωρίς κανένας από τους ελέγχους να ολοκληρωθεί, αποτέλεσμα παρεμβάσεων, διαπλοκής και έλλειψης πολιτικής βούλησης.

Το 2008 διαβιβάσθηκε στη Βουλή το σκέλος του πορίσματος της έρευνας που πραγματοποίησαν οι Εισαγγελείς Πρωτοδικών Ε. Ράικου και Π. Αθανασίου σε σχέση με τις επιχορηγήσεις από τον Ειδικό Λογαριασμό 234372/2001 προς φορείς και σωματεία εργαζομένων του ΥΠ.ΠΟ. το διάστημα  2001-2007. Μεταξύ αυτών η ΠΟΣΥΠΠΟ και το ΤΑΥΠΥΠΠΟ με 29.000.000 € και 20.000.000 € αντίστοιχα. Έκτοτε αγνοείται η τύχη του πορίσματος, τόσο για τα πολιτικά όσο και για τα μη πολιτικά πρόσωπα.

Επίσης, το 2008 ο Γενικός Διευθυντής Οικονομικής Επιθεώρησης, ύστερα από αίτημα του Εισαγγελέα Πρωτοδικών Π. Αθανασίου, αναθέτει σε 4 επιθεωρητές της αποκλειστικής επιλογής του την διενέργεια διαχειριστικού ελέγχου των κονδυλίων του Ειδικού Λογαριασμού 234372/2001 του ΥΠ.ΠΟ. οι οποίοι δεν διαπιστώνουν  καμία παρατυπία. Στην συνέχεια και ύστερα από  παρέμβαση της Γενικής Επιθεώρησης Δημόσιας Διοίκησης, ώστε να ερευνηθούν σε βάθος και ξεχωριστά μία προς μία οι υποθέσεις των μεγαλυτέρων χρηματοδοτήσεων του ΥΠ.ΠΟ., η αρμόδια υπηρεσία αναθέτει  σε 13 επιθεωρητές του ΥΠ.ΟΙΚ. τη διενέργεια νέου ελέγχου. Την διαδικασία μπλοκάρει και πάλι ο Γενικός Διευθυντής Οικονομικής Επιθεώρησης, ο οποίος ζητά να παραδοθούν οι εντολές στο γραφείο του και να μην εκτελεστούν. Μετά την συνταξιοδότηση του οι εντολές παρέμειναν στο γραφείο του.

Το 2009 με αίτημα της Οικονομικής Επιθεώρησης Αθηνών ζητήθηκε από το Ελεγκτικό Συνέδριο η πραγματοποίηση διαχειριστικού ελέγχου των απολογιστικών στοιχείων του Ειδικού Λογαριασμού 234372/2001 του ΥΠ.ΠΟ για τα έτη 2000-2007. Κατά τον έλεγχο των ετών 2000-2001 παρατηρήθηκαν ελλείψεις στα δικαιολογητικά  των διαχειρίσεων για τα οποία και ζητήθηκαν διευκρινίσεις. Ο έλεγχος δεν συνεχίσθηκε με το αιτιολογικό ότι οι υπηρεσίες δεν έστειλαν ποτέ τα δικαιολογητικά που τους ζητήθηκαν.

Το 2010 ο Γενικός Επιθεωρητής Δημόσιας Διοίκησης Λ. Ρακιντζής συνέταξε και έστειλε ειδική έκθεση στη ΔΟΥ Νικαίας, στον Εισαγγελέα Εφετών Αθηνών και στην Επιτροπή για την καταπολέμηση νομιμοποίησης εσόδων από εγκληματικές δραστηριότητες. Σύμφωνα με την έκθεση, προϊστάμενος του ΥΠ.ΠΟ., πρώην αντιπρόεδρος της ΠΟΕ ΥΠΠΟ και πρόεδρος του σωματείου «Γλαυκώπις Αθηνά», βρέθηκε με καταθέσεις 9.000.000.€, την προέλευση των οποίων δεν μπόρεσε να αιτιολογήσει. Συγχρόνως ανατέθηκε στο Σώμα Επιθεωρητών Δημόσιας Διοίκησης να ελέγξει τις κινήσεις των επίμαχων λογαριασμών, προκειμένου να αποκαλυφθεί σε ποιους μεταφέρθηκαν χρήματα. Οι ενέργειες των αποδεκτών της έκθεσης αγνοούνται. Σημειώνεται ότι το 2008 είχε ανατεθεί στην Υπηρεσία Ειδικών Ελέγχων ο διαχειριστικός έλεγχος του σωματείου του ΥΠΠΟ «Γλαυκώπις Αθηνά», τα αποτελέσματα του οποίου επίσης αγνοούνται.

Το 2014 σε έκθεση του ΣΔΟΕ για φορολογικό έλεγχο που πραγματοποίησε στο ΤΑΥΠΥΠΠΟ για την περίοδο 2004-2008, διαπιστώθηκαν παραβάσεις ανακριβούς υποβολής συγκεντρωτικών καταστάσεων για τις οποίες ενημέρωσε τη Δ’ ΔΟΥ.  Η Δ’ ΔΟΥ αντί να προχωρήσει σε φορολογικό  έλεγχο του Ταμείου και για τα επόμενα  έτη μετά το 2008,  περιορίστηκε, με καθυστέρηση δύο ετών, στην επιβολή προστίμου Κώδικα Βιβλίων και Στοιχείων, το οποίο είναι άγνωστο αν τακτοποιήθηκε μέχρι σήμερα.

Πέραν αυτών, το 2000 κατατέθηκε μήνυση κατά ομάδας αποτελούμενης από συνδικαλιστές του ΥΠ.ΠΟ., η οποία συγκροτήθηκε για την δημιουργία οικιστικού συνεταιρισμού, με την κατηγορία ότι ενώ η τιμή της αγοράς των οικοπέδων που συμφωνήθηκε με τους πωλητές ήταν 200.000-250.000 δρχ/στρέμμα οι κατηγορούμενοι εισέπραξαν από τα μέλη του συνεταιρισμού 700.000-750.000 δρχ/στρέμμα. Η υπόθεση τέθηκε στο αρχείο με βούλευμα, οι ενδιαφερόμενοι όμως επανήλθαν με καταγγελία στο ΣΔΟΕ το 2017 το οποίο τη διαβίβασε στην εισαγγελία πρωτοδικών Αθηνών. Για το ίδιο θέμα το Υπουργείο Πολιτισμού το 2016 και το Υπουργείο Δικαιοσύνης το 2017 έστειλαν στον Εισαγγελέα Πρωτοδικών Αθηνών φάκελο με δημοσιεύματα του Τύπου, ζητώντας τη διερεύνηση των καταγγελιών. Το θέμα βρίσκεται σε εξέλιξη.

Κατόπιν όλων αυτών είναι προφανές ότι η σε βάθος διερεύνηση του ειδικού λογαριασμού 234372/2001 του ΥΠΠΟ για τα έτη 2001-2008 είναι περισσότερο από επιτακτική. Το ερώτημα, όμως, εάν αυτή την φορά θα υπάρξει πολιτική βούληση για σύγκρουση με τη διαπλοκή, παραμένει.

*Του Φιλάρετου Αλικαρίδη – Πανεπιστημιακός, σύμβουλος του πρώην υπουργού Πολιτισμού, Αριστείδη Μπαλτά.

Πηγή: efsyn.gr